Η παιδική μου ηλικία ήταν στο Μυρωδάτο. Στο Μυρωδάτο γεννήθηκα, Μυρωδάτο Ξάνθης. Πήγαμε στο δημοτικό. Μετά το δημοτικό, στα δεκατέσσερα, ασχοληθήκαμε με την οικοδομή. Μέχρι το ‘71. Το ‘71 πήρα την απόφαση κι έφυγα για Αθήνα. Κάποια στιγμή με κάλεσε ο πατέρας μου από εδώ, από το σπίτι. Μου λέει: «Σου ήρθε ένα χαρτί από τη στρατολογία, πρέπει να παρουσιαστείς φαντάρος». Μετά από περίπου από ένα δίμηνο παρουσιάστηκα στην Καλαμάτα, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως της Καλαμάτας. Πεζικό.
Εκπαιδευτήκαμε εκεί στο κέντρο. Κάποια στιγμή, κάποιοι αξιωματικοί από τη Διοίκηση Καταδρομών, ήρθανε στο κέντρο μας και ζητήσανε διακόσια άτομα, από τις τρεις-τέσσερις χιλιάδες που ήμασταν νεοσύλλεκτοι, διακόσια άτομα για να παρουσιαστούν στους καταδρομείς. Μέσα στους διακόσιους ήμουνα κι εγώ. Μετά από δυο-τρεις μέρες φύγαμε από την Καλαμάτα, παρουσιαστήκαμε στο Μεγάλο Πεύκο.
Κάναμε τη βασική εκπαίδευση του λοκατζή. Πήραμε τον πράσινο μπερέ, που αγωνιστήκαμε για να τον πάρουμε, ματώσαμε, που λέμε. Λιώναμε εκεί. Εγώ πήγα ογδόντα πέντε κιλά, παρουσιάστηκα στο Μεγάλο Πεύκο κι όταν έφυγα από το Μεγάλο Πεύκο ήμουνα εξήντα πέντε. Είχαμε σκληρή εκπαίδευση.
Κάποια στιγμή ήρθε η ώρα να πάρουμε μεταθέσεις. Έτσι βρέθηκα κάποια στιγμή στην Α΄ Μοίρα Καταδρομών, που έδρα της είναι στα Χανιά. Εκεί μετά από αρκετό καιρό, κάποια στιγμή, γίνεται το πραξικόπημα στην Κύπρο, στις 15 Ιουλίου.
Ετοιμαζόμασταν σιγά-σιγά για να φύγουμε για τα νησιά. Γιατί η Μοίρα η δική μας, η Α΄ Μοίρα Καταδρομών, ήταν επιφυλακή στα νησιά, στα νησιά μας.
Από ηθικό, το ηθικό ήταν ακμαιότατο. Είτε στα νησιά πηγαίναμε, είτε πήγαμε στην Κύπρο, το ίδιο πράγμα ήταν. Δεν καταλαβαίναμε τίποτα. Ήταν κι η ηλικία, βλέπεις, τέτοια. Οι αξιωματικοί διαφορετικά αντιδρούσανε, γιατί ήτανε σε μεγαλύτερη ηλικία. Ξέρανε τι έχουν να αντιμετωπίσουν. Εμείς τα εικοσάρικα τα παλικάρια, νομίζαμε ότι πηγαίναμε σε γάμο. Τελικά, αποδείχθηκε ότι δεν πήγαμε σε γάμο...
Τις 21 του μηνός μάς μαζεύουνε, μας εξοπλίζουνε κι ετοιμαζόμαστε να φύγουμε για τα νησιά. Εν τω μεταξύ, ενδιάμεσα κάτι έγινε, τι έγινε, αλλάζει η διαταγή και παίρνει σήμα ο Διοικητής, πρέπει να φύγουμε για Κύπρο. Ο Διοικητής δε μας είπε τίποτα, για λόγους ψυχολογίας. Ασχέτως που εμείς καταλάβαμε ότι μάλλον για Κύπρο φεύγουμε.
Οπλιστήκαμε καλά. Φορτώσαμε τα πυρομαχικά επάνω και φύγαμε στο αεροδρόμιο. Όταν ήρθε η ώρα για να φύγουμε για το αεροδρόμιο, μόλις βασίλεψε λιγάκι ο ήλιος, περάσαμε μέσα από την πόλη. Μας χειροκροτούσαν όλοι από τα μπαλκόνια. Εμείς τραγουδούσαμε...
Στο αεροδρόμιο, πριν ανεβούμε επάνω στα αεροπλάνα, γιατί ήταν δεκαπέντε αεροσκάφη και κάπου τριακόσια με τριακόσια πενήντα άτομα ήμασταν εμείς, εκεί μας το είπανε το μυστικό: «Φεύγουμε για Κύπρο». Όταν ανεβήκαμε στα αεροπλάνα όλοι, δώσανε το σήμα, 22:30, να αρχίσουν τα αεροπλάνα να απογειώνονται. 22:30 σηκώθηκε το πρώτο αεροσκάφος. Εγώ συγκεκριμένα ήμουνα στο έκτο αεροπλάνο. Στο ΝΙΚΗ 6, όπως ονομαστήκανε τα αεροπλάνα.
Πετούσαμε για αρκετή ώρα με συσκότιση, πλήρη συσκότιση τα αεροσκάφη και σε χαμηλό ύψος. Φτάσαμε στην Κύπρο μετά από τέσσερις-τεσσερισίμισι ώρες περίπου.
Στο αεροδρόμιο όταν πήγαμε να προσγειωθούμε, αυτοί κάνανε ένα μεγάλο λάθος.Πριν σηκωθούμε εμείς, στείλανε σήμα στην Κύπρο, ότι θα: «'Ερχονται δεκεπέντε πορτοκάλια». Τα βαφτίσανε τα αεροπλάνα, πορτοκάλια. «Έρχονται δεκαπέντε πορτοκάλια. Έχετε τον νου σας». Με άκρως απόρρητο σήμα. Να μη διαρρεύσει πουθενά, γιατί αν το πάρουν οι Τούρκοι είδηση, θα μας στέλνανε και τα δεκαπέντε αεροπλάνα μέσα στη θάλασσα.
Τώρα εκεί, ο αρμόδιος δε μεταβίβασε καλά το σήμα, από ό,τι φαίνεται, στα επόμενα φυλάκια κι ορισμένα από αυτά, μας βάλανε. Κάποια στιγμή, όταν πήγε να προσγειωθεί το πρώτο αεροσκάφος, δέχθηκε πυρά. Πρώτο-δεύτερο-τρίτο δεχθήκαν πυρά, αλλά καταφέρανε και προσγειωθήκανε. Το τέταρτο αεροσκάφος που πήγε να προσγειωθεί βλήθηκε και χτυπήθηκε από Bofor και πήρε φωτιά στον αέρα, λίγο πριν μπει στο διάδρομο προσγειώσεως. Πήρε φωτιά στον αέρα κι ανατινάχθηκε στον αέρα. Από αυτό το αεροσκάφος σώθηκε μόνο ένας.
Το πέμπτο αεροσκάφος προσγειώθηκε χτυπημένο κι αυτό. Στο έκτο που ήμουνα εγώ, χτυπηθήκαμε σοβαρά. Πήρε φωτιά το δικό μας το αεροσκάφος αλλά καταφέραμε, καταφέραμε και σβήσαμε τη φωτιά που έπιασε μέσα στον θάλαμο. Μας βάλανε από κάτω, δεν ξέραμε κατά πού να κρυφτούμε. Πού θα κρυφτείς; Μέσα στο αεροσκάφος, πού θα κρυφτείς; Μέσα σε ένα τενεκέ ήμασταν τριάντα δύο άτομα. Να σηκωθείς να πας πού;Εκεί τραυματίστηκα εγώ κι άλλοι οχτώ καταδρομείς. Και δύο ήταν νεκροί. Συγκεκριμένα οι απέναντι από μένα είχανε φάει τις ριπές και σκοτωθήκανε ακαριαία. Έμενα με βρήκανε οι σφαίρες που χτυπήσανε τους απέναντι από εμένα. Χτυπήσανε αυτόν κι εγώ είχα τυφλό τραύμα, δηλαδή είχε αδυνατίσει η ροή της σφαίρας, η σφαίρα έμεινε μέσα. Δεν είχα διαμπερές τραύμα. Αν είχα διαμπερές τραύμα, θα έφευγα κι εγώ.
Ο πιλότος έκανε αναγκαστική προσγείωση έξω από το διάδρομο προσγειώσεως. Μόλις σταμάτησε, πεταχτήκαν όλοι απ' έξω. Έδωσε ο υπολοχαγός μας διαταγή να μπουν μέσα δυο-τρεις να πάρουν τους τραυματίες, γιατί εμείς ήμασταν σοβαρά τραυματισμένοι και δεν μπορούσαμε να βγούμε. Μας βγάλανε έξω απ΄το αεροσκάφος, απομακρυνθήκαμε από το αεροσκάφος για να μην πάρει φωτιά κι ανατιναχθεί και καούμε όλοι εκεί δίπλα. Εν τω μεταξύ, στο αεροδρόμιο γινόταν χαμός. Από παντού πυροβολούσαν.
Εμένα και τους τραυματίες, ήρθε ένα ασθενοφόρο από εκεί από το αεροδρόμιο, γιατί κάποια στιγμή καταλάβανε αυτοί ότι... καταλάβανε ότι ήταν ελληνικά τα αεροπλάνα και σταματήσανε να πυροβολούν. Ήρθε κάποιο ασθενοφόρο, πήρε εμάς τους τραυματίες και μας πήγε στο νοσοκομείο της Λευκωσίας.
Εκεί στο νοσοκομείο της Λευκωσίας, καθίσαμε σχεδόν τριάντα ημέρες. Εγώ είχα θωρακοκοιλιακό τραύμα. Ένας συνάδελφός μου από το Αγρίνιο είχε χτυπηθεί στο πόδι άσχημα και του κόψανε το πόδι. Μετέπειτα, με κάποιο αεροσκάφος του Ερυθρού Σταυρού μάς μεταφέρανε τους τραυματίες, του Ελλαδίτες τραυματίες, τους καταδρομείς, στην Αθήνα, στο 401, όπου νοσηλεύτηκα αρκετό καιρό.
Εγώ κάθισα τριάντα μήνες στο νοσοκομείο. Μας προσέξανε πάρα πολύ. Είχαμε πάρα πολύ καλή περιποίηση. Και τη σκαπουλάραμε. Εμείς τη σκαπουλάραμε. Κάτι άλλοι, τους χάσαμε.
Χτυπηθήκανε άλλα δύο-τρία αεροσκάφη, αλλά δεν είχανε θύματα. Τα τρία, το ένα που ανατινάχθηκε και τα δύο που είναι σοβαρά χτυπημένα, μείνανε στο αεροδρόμιο. Εκεί, για να μη φαίνονται από αριστερά-δεξιά, όπως ήτανε καμένα, τα ρίξανε σε μια χαράδρα μαζί με τους νεκρούς και τους σκεπάσανε με τις μπουλντόζες εκεί. Κι οι περισσότεροι ακόμη εκεί είναι. Εκεί είναι ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας. Είναι ένα νεκροταφείο που όποιος πάει, αξίζει τον κόπο να πάει να το δει και να ανάψει ένα κερί στα παλικάρια που αφήσανε τα κορμιά τους εκεί. Τώρα κοιτάνε με ορισμένα κόκκαλα και με το DNA να δούνε ορισμένα πράματα, να στείλουνε στους γονείς για να κάνουνε τις κηδείες τους, στον τόπο τους.
Μια μοίρα καταδρομών για να χάσει τριάντα καταδρομείς πρέπει να πολεμάει με τον αντίπαλο έναν μήνα, για να έχει αυτά τα θύματα. Κι εμείς τα είχαμε μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου. Σκοτωθήκαν τα παιδιά μέσα στο αεροσκάφος.
Σκέφτομαι ότι είμαι προδομένος από το ελληνικό Κράτος. Γιατί με στείλανε σε μια προδομένη αποστολή. Έχασα έναν σωρό συναδέλφους και τραυματίστηκα και ταλαιπωρήθηκα πάρα πολύ. Προδομένος από το ελληνικό Κράτος. Γιατί ορισμένοι προδότες καταστρέψανε το νησί κι αφανίσανε έναν σωρό κόσμο. Προδομένος αισθάνομαι. Τίποτα άλλο.
Αναγνώριση, να μας δώσανε ένα παράσημο εκεί. Περάσαμε πολλά δεινά, περάσαμε. Αλλά δόξα τω Θεώ, τα ξεπεράσαμε όλα. Εμείς, που τα καταφέραμε και ζήσαμε. Κι αν γίνει κάτι πάλι και μπορώ, ό,τι μπορώ θα το κάνω. Δεν πρόκειται να κάνω πίσω. Πάλι έτσι, μπροστά θα πάω. Είμαστε καλά. Έχουμε τα παιδιά μας. Κάναμε και τα εγγόνια μας, θα κάνουμε κι άλλα. Έτσι που λες, φιλαράκι. Αυτή είναι η ιστορία μας.