Έχω γυρίσει σχεδόν όλον τον κόσμο. Έχω βγάλει τα δύο πανεπιστήμια. Το πανεπιστήμιο το κανονικό που ξέρω εγώ σπουδάζεις και το πανεπιστήμιο του δρόμου. Και αν με ρωτήσεις: «Ποιό από τα δύο είναι καλύτερο;», θα σου απαντήσω: «Του δρόμου». Το ένα δένει το άλλο και σε κάνει πιο δυνατό.
Η ανάγκη να επιβιώσω. Με έκανε να μάθω τις γλώσσες, η ανάγκη να επιβιώσω μ’ έμαθε να είμαι κοινωνικός, να είμαι λειτουργικός, να μπορώ να βρω λύσεις ανα πάσα στιγμή, να είμαι ετοιμόλογος, να μπορώ να φύγω από μία κατάσταση δύσκολη.
Μιλάμε για έναν άνθρωπο, ο οποίος μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο χωρίς γονείς, να έχει τραβήξει τα πάθη του Χριστού, να μη ξέρει τι θα πεί ψωμί και τι θα πει αλάτι, να μην έχει λεφτά στην τσέπη του. Για έναν άνθρωπο που έχει υποφέρει πιο πολύ από τον Όλιβερ Τουίστ και τον Τομ Σόγερ.
Μιλάμε από 8 μηνών είμαστε σ’ αυτό το πεζοδρόμιο. Μέσα σε χώρους πολύ δύσκολους. Και έτσι η ζωή αυτή με ζύμωσε, με έκανε πιο δυνατό. Πως πρέπει να βρεις τον τρόπο να κρατηθείς στην κοινωνία. Και εγώ έκανα αυτό το πράγμα.
Κάποτε όταν ήμουν πιτσιρίκος κι εγώ, δούλευα σε μία ανακύκλωση στην Αγγλία, σε μία επιχείρηση. Μέσα από την ανακύκλωση έμαθα να βλέπω τι προϊόντα ερχότανε και ποιά κρατούσανε και ποιά δεν κρατούσανε. Το μπουκάλι στην ουσία δεν το κρατούσανε, καμία επιχείρηση. Το ξεχωρίζανε σαν άκυρο.
Να όμως ένα ταξίδι που είχα κάνει στο Βιετνάμ. Πήγα κι εγώ εκεί πέρα να δω άλλα πράγματα και στο τέλος περνώντας από ένα δρόμο βλέπω μία διαφήμιση που να δείχνει κάτι μπουκάλια που να μπαίνουν μέσα να κάνουνε, μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Γνώριζα και τη γλώσσα το 70%, γνώριζα κι άλλες γλώσσες και μπαίνοντας εγώ ρωτάω τον Βιετναμέζο, να μπω μέσα στο εργοστάσιο να δω τι κάνει αυτός ο Βιετναμέζος με αυτά τα μπουκάλια. Στην ουσία έπαιρνε τα μπουκάλια και προσπαθούσε να τα κάνει άμμο, να τα φέρει δηλαδή στην αρχική τους μορφή.
Στην Ελλάδα, πριν 2-3 χρόνια ξεκίνησε, ο κόσμος μαζευόταν στις πλατείες, μαζευόταν στα πάρκα. Υπήρχε ένταση, υπήρχε περιορισμός εξόδου και λοιπά, οι φοιτητές βρίσκαν λύσεις σε άλλους χώρους όπως είναι τα πανεπιστήμια, όπως είναι οι πλατείες κι εγώ εκμεταλλεύτηκα αυτό το γεγονός κι άρχισα να ξυπνάει το ένστικτό μου το παλιό, να λέω εγώ κάτι γίνεται εδώ, να μου φέρνει το μπουκάλι στο μυαλό μου. Και έτσι μπήκα σε αυτήν την διαδικασία…
Σιγά-σιγά, σιγά-σιγά. έχουν ξεκαθαρίσει τα πράγματα έγινα μέλος αυτής της ιστορίας που λένε του δρόμου, με τη συλλογή των μπουκαλιών, απλώς το ανέπτυξα τελείως διαφορετικά.
Την πρώτη περίοδο έριξα τόσο τρέξιμο που όσα λεφτά και να μου δώσει κάποιος, δεν το ξανακάνω. Έχασα 10 κιλά, είχα ανησυχήσει μήπως έχω πρόβλημα με την υγεία μου, πήγαινα στα κέντρα έκανα εξετάσεις, όλα μου ήτανε καλά. Απλώς αδυνάτισα γιατί έκανα 10-12 χιλιόμετρα κάθε μέρα συλλέγοντας μπουκάλια.
Έξι φορές περνούσα σε μία ακτίνα 10 χιλιομέτρων την ημέρα. Είχα γίνει ένα κομπιούτερ το οποίο ήξερα τι ώρα πρέπει να περάσω από το κάθε πόστο, να κάνω αυτή τη συλλογή. Θέλουν μισή ώρα να πιούνε; Έδινα σε κάθε περιοχή μισή ώρα διαφορά. Έπρεπε σε μισή ώρα να έχω ξαναεπιστρέψει στην ίδια περιοχή, σε μία ώρα το πολύ.
Στις διάφορες πλατείες, στα πάρκα, δεν συμμαζεύεται. Δεν άφηνα χώρο που να μην πήγαινα. Είχα γίνει Σούπερμαν. Για αυτό μάζευα και αυτή την ποσότητα. Δεν μπορεί να μαζέψει ένας άνθρωπος μία ποσότητα 1000-2000 μπουκαλιών, άμα κάτσει σε ένα μέρος.
Στην αρχή ήτανε Οδύσσεια. Όλο το βράδυ πήγαινα με το που μάζευα τα μπουκάλια, τα έβαζα σε ένα παλιό αυτοκίνητο ενός φίλου μου και μου άφηνε το αυτοκίνητο και τα έβαζα εκεί σαν αποθήκη. Μετά βρήκα δυο - τρεις φίλους, μου δώσανε χώρους, μου δώσανε ένα χώρο πάνω στην Καλλιθέα, μου δώσαν ένα χώρο κάπου αλλού.
Μέχρι που μετά έβαλα κι έναν άλλον να παίρνει από τα μαγαζιά και να ψάχνουμε πιο πολλά μπουκάλια, πιο πολλά μπουκάλια προκειμένου να τα στείλουμε σε συνεννόηση που ήρθα εγώ μετά με το Βέλγιο, να τα στείλουμε σε μία εταιρεία, να τα πάρουν αυτοί και να τα κάνουν ότι θέλουν αυτοί. Αλλά υπήρχε μία ρήτρα για ένα εκατομμύριο μπουκάλια. Κάτω από ένα εκατομμύριο δεν μπορούσαμε. Οπότε εγώ έπρεπε να καλύψω αυτό το ένα εκατομμύριο κι έτρεχα και έτρεχα και έτρεχα από τις 9:00 το βράδυ μέχρι τις 6:00 η ώρα το πρωί.
Τα οκτακόσια χιλιάρικα είχα στόχο να τα μαζέψω σ’ ένα χρόνο. Τις οκτακόσιες χιλιάδες μπουκάλια. Θα μου έπαιρνε 14 μήνες να μαζέψω το ένα εκατομμύριο. Με κούρασε. Κουρασμένος. Τα πόδια μου, πληγές πράγματα, έτρεχα, πρηζότανε, κάνανε, η μέση μου. Τα μπουκάλια τα έπλενα όλα. Κάποια στιγμή μετά κουράστηκα γιατί μου έτρωγε ατελείωτες ώρες. Να πλένω τα μπουκάλια, να τα στραγγίζω. Ήθελα να πηγαίνουν πεντακάθαρα. Ήμουνα τόσο τελειομανής, αλλά τελικά κάπου είδα ότι δεν αξίζει να το κάνω, αφού θα τα πάρει και θα τα κάνει κομμάτια και το εγκατέλειψα.
Αυτό που μου έμεινε πιο πολύ είναι μία μέρα, επειδή μάζευα μάζευα, με έφαγε ένας σκύλος μία μέρα και αναγκάστηκα να πήγαινα πάντα με ένα μπουφάν στο χέρι μου. Γιατί ο σκύλος κάθε φορά που με έβλεπε μου έκανε επίθεση. Άκουγε τον ήχο από τα μπουκάλια και νόμιζε ότι διατρέχει κίνδυνο και μου επιτιθόταν ή έκανε κάτι.
Κάποια στιγμή όμως πήγα εγώ σε ένα σουπερ μαρκετ πήρα φαγητά πήρα από δω και τον εχθρό μου τον έκανα φίλο μου. Τον φώναζα του έβγαλα και ένα όνομα, ο σκύλος ερχότανε, με λίγο κονσέρβα τον ξεγελούσα κι έκανα τη δουλειά μου, γιατι φοβόμουνα μη μου επιτεθεί.
Και το κυριότερο, ότι για να μαζεύω αυτά τα μπουκάλια, τυχαία δεν ήρθαν στα χέρια μου. Ήρθαν γιατί ήμουνα πολύ επικοινωνιακός με τους φοιτητές. Στην αρχή κάποιοι μπόρεσαν να πουν ότι νόμιζαν ότι ήμουν αστυνομικός. Κι είχαν φόβο. Ότι είμαι αστυνομικός και σκεφτήκαν ότι λειτουργώ για την αστυνομία. Τα παιδιά στη συνέχεια με συνήθισαν, να με βλέπουν κάθε μέρα. Έβλεπαν τον αγώνα που έκανα, την ταλαιπωρία που έτρωγα. Όλα τα παιδιά με αγαπήσανε και με αγαπήσανε γιατί βλέπουν αυτό που κάνει ένας άνθρωπος προκειμένου να τα φέρει βόλτα. Στο τηλέφωνο, μου λένε: «Έλα έχει εκδήλωση στο Σέιχ Σου», ας πούμε. Οι φοιτητές από μόνοι τους μου στέλναν τα μηνύματα: «Έχει εδώ, έλα εδώ». Δεν είναι σημαντικό πράγμα αυτό; Αυτό δεν είναι τυχαίο, αυτό δούλεψα εγώ για να το έχω. Σημαίνει ότι κι εγώ ήμουν απέναντι τους σωστός.
Το κλειδί της επιτυχίας ποιο είναι; Ο χαρακτήρας. Είναι σημαντικό κομμάτι. Ακόμα και αυτό τον άνθρωπο που δεν τον υπολογίζεις, να μάθεις να τον σέβεσαι. Και έναν άνθρωπο που τον βλέπεις στο δρόμο να κάνει οτιδήποτε, πρέπει να του δίνεις αξία. Όταν του δίνεις αξία, κερδίζεις. Και πιστεύω ότι οι φοιτητές είχαν αυτό το ατού.
Είναι ένα κομμάτι το οποίο μου έχει μείνει. Δηλαδή όσα χρόνια και να περάσουν, θα έλεγα ότι αυτό ήταν το στοιχείο που με έδεσε μ’ αυτή τη δουλειά. Αφού και τώρα ας πούμε, που θέλω να φύγω έξω στο εξωτερικό. Θα μου λείψει αυτό το στοιχείο αν φύγω η «Καλημέρα, τι κάνεις;», να μάθουν τα νέα από δω. Μου λένε: «Έχει δουλειά στην πλατεία πάνω, ποιά πλατεία έχει κόσμο, ποιά;» Εγώ ήμουνα εδώ σαν αγγελιοφόρος τους. Περιμέναν πότε θα περάσω από τις πλατείες να τους πώ ποιά απ’ όλες είχε πιο πολύ κόσμο, για να πάνε εκεί πέρα. Είναι και αυτό κάτι.
Και όταν είχα τον στόχο μου, ότι πρέπει να μαζέψω τόσες χιλιάδες μπουκάλια, έπρεπε να το τελειώσω. Με θετικά ή αρνητικά στοιχεία, εγώ έπρεπε να ήμουν εκεί ετοιμοπόλεμος, κάθε μέρα να πιάνω ένα «χ» νούμερο από μπουκάλια, προκειμένου μετά από τόσους μήνες να ‘χω αυτόν τον αριθμό. Δεν τα παράτησα, μέχρι που ξανακλείσαν τα μαγαζιά, ξανάκλεισαν αυτά κι άρχισα να βλέπω υπάρχει μία πτώση.
Τότε ήταν διαφορετικά, μαζεύονταν πιο πολλά άτομα, πιο πολλές συζητήσεις, πιο πολύ ενωμένοι θα έλεγα. Ίσως όταν υπάρχει πλήθος, υπάρχει πιο πολλή ένωση. Όταν υπάρχουν λίγα άτομα, δεν υπάρχει μεγάλη αντίδραση, δεν υπάρχουν συγκεντρώσεις, δεν υπάρχουν τόσα πολλά, ο καθένας πηγαίνει σε έναν άλλο χώρο, σε μία καφετέρια, κάπου αλλού να πιεί, να κάνει.
Με τις συνθήκες που επικρατούν εδώ πέρα σε αυτήν τη χώρα, αυτά τα πράγματα πάλι θα ξανάρθουνε. Δεν θα ξανάρθουνε λόγω COVID, θα ξανά ‘ρθουνε λόγω ότι ο κάθε άνθρωπος στην ηλικία του 18 με 40, θα δυσκολεύεται να πάει σε ένα χώρο και να πει θα δώσω 10-20 ευρώ. Δηλαδή θα 'ρθουν δύσκολα πράγματα, αυτό το φαινόμενο θα το ξαναδούμε.