Η φαντασία, το fantasy γενικότερα, ήτανε κάτι που πάντα με τράβαγε. Πάντα το αγαπούσα πάρα πολύ. Από μικρότερος, διαβάζοντας και παραμύθια σε μεγάλο βαθμό, μου φέρνανε και παρόμοιου τύπου βιβλία, αγόραζα από μικρός σπαθιά, ασπίδες, μου άρεσαν κάστρα που έπαιζα playmobil και τα λοιπά, οπότε μετά γνωρίζοντας τον Τόλκιν, με κερδίζει.
«Ευθύνεται» σε εισαγωγικά, σε τεράστιο βαθμό και για τον άνθρωπο που είμαι σήμερα και για πολλές επιλογές που έχω κάνει, φίλους που έχω γνωρίσει και για τις σπουδές μου, επειδή έχω ασχοληθεί και με τις τολκινικές σπουδές σε ένα βαθμό, εκδίδοντας κι ένα βιβλίο, κάποια στιγμή. Πρόκειται για μια ανθολογία ακαδημαϊκών κειμένων που συζητούνε τις επιδράσεις της αρχαίας ελληνικής γραμματείας επάνω στο έργο του Τόλκιν.
Ο Τόλκιν, από πολύ μικρή ηλικία, είχε αρχίσει ήδη να ασχολείται με τα αρχαία ελληνικά, γενικότερα, και διαλέγει κι αργότερα, μάλλον στην αρχή των σπουδών του, και τον τομέα των κλασικών σπουδών για να ασχοληθεί. Στην πορεία άλλαξε γνώμη, στράφηκε προς τη Βόρεια Ευρώπη, αλλά η αγάπη του για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό δε σταμάτησε να υπάρχει σε καμία περίπτωση και στο ίδιο το έργο του υπάρχουν διάφορες στιγμές που πολύ έντονα νομίζει κανείς ότι μπορεί να βλέπει μια εικόνα από ένα ομηρικό κείμενο, από την Ιλιάδα ή την Οδύσσεια.
Ο Αίαντας κι ο Τεύκρος είναι δύο αδέρφια, είναι γιοι του Τελαμώνα κι είναι, ουσιαστικά, ήρωες στην Ιλιάδα, οι οποίοι παλεύουνε με την πλευρά των Αχαιών. Ο καθένας φημίζεται για διαφορετικούς λόγους. Πιο πολύ ο Αίαντας για τη ρώμη του και για την ικανότητά του στη μάχη κι ο Τεύκρος αναφέρεται και σε μικρότερο βαθμό, ίσως λίγο παραγκωνισμένος από τον Αίαντα, αλλά θα έλεγα ότι είναι ο πιο ψύχραιμος, ο πιο ήρεμος κι ο πιο έξυπνος από τους δύο αδελφούς. Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε παρόμοια στοιχεία και στον Μπόρομιρ και τον Φάραμιρ. Ο Μπόρομιρ κι ο Φάραμιρ είναι οι δύο γιοι του Ντένεθορ κι έχουνε παρόμοια χαρακτηριστικά με τον Αίαντα και τον Τεύκρο. Κι ο Μπόρομιρ είναι κάποιος ο οποίος είναι φοβερά δυνατός στη μάχη, εμπνέει τα στρατεύματα και τα οδηγεί.
Κι οι δύο χαρακτήρες τυφλώνονται στην πορεία. Ο Μπόρομιρ είναι αυτός ο οποίος τυφλώνεται από τη δυνατότητα που έχει το δαχτυλίδι να σε κάνει να το ποθείς, οπότε να του βγει η κακή του πλευρά, αν θέλεις, η οποία οδηγεί σταδιακά και στον χαμό του. Κι από την άλλη, έχουμε και τον Αίαντα, ο οποίος εξοργίστηκε γιατί τα όπλα του Αχιλλέα δόθηκαν τελικά τιμητικά στον Οδυσσέα κι επειδή ένιωσε ο ίδιος αρκετά μειωμένος, ας πούμε, κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό κατώτερος των περιστάσεων, σε σημείο που προσπάθησε να δολοφονήσει τους αρχηγούς των Αχαιών. Οπότε η θεά Αθηνά τού προκάλεσε αυτήν την τύφλωση, την πνευματική διαταραχή, όπως θέλεις πες το, και τον έκανε να ξεσπάσει πάνω σε ένα κοπάδι πρόβατα. Οπότε, όταν συνήλθε την άλλη μέρα το πρωί και διαπίστωσε την οικτρή κατάσταση στην οποία είχε πέσει, αποφάσισε να τερματίσει τη ζωή του πέφτοντας πάνω στο ξίφος του.
Ένας άλλος παραλληλισμός είναι η παρομοίωση της Ατλαντίδας και της πτώσης της. Από τη μία έχουμε την πλευρά του Νούμενορ, του βασιλείου του Νούμενορ το οποίο κάποια στιγμή, αποφάσισε να επιτεθεί στη χώρα των θεών. Το θέμα είναι ότι εκείνη ήτανε η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, οπότε οι ίδιες οι θεότητες, οι Βάλαρ, κάνανε μια επίκληση στον δημιουργό, στον Έρου, να τους τιμωρήσει και πρακτικά, βυθίζεται κάτω από τη θάλασσα.
Κι από την άλλη πλευρά έχουμε και την περίπτωση της Ατλαντίδας, όπου οι Ατλάντιοι επίσης χάνουν την εύνοια των θεών. Είχανε προσπαθήσει να κάνουνε μια επίθεση απέναντι στους Αθηναίους, που ήταν η άλλη μεγάλη δύναμη, ας πούμε. Δεν τα κατάφεραν και γυρνώντας έγινε, άρχισαν να γίνονται διάφορα, μεγάλοι σεισμοί και καταστροφές και τελικά, σταδιακά βυθίστηκε κι εκείνη κάτω από τη θάλασσα.
Ένας τρίτος παραλληλισμός που μου αρέσει πολύ, ήταν γενικότερα οι γυναικείες μορφές στον κόσμο του Τόλκιν και παράλληλα και στα ομηρικά έργα, συγκεκριμένα στην Οδύσσεια. Κι εδώ γίνεται ουσιαστικά ένας παραλληλισμός κυρίως μεταξύ της Γκαλάντριελ, από τη μια πλευρά, και της Κίρκης και της Καλυψώς.
Η Γκαλάντριελ είναι η αρχόντισσα του φωτός, lady of the light, είναι από τα πρώτα ξωτικά, πανάρχαια, με μεγάλη σοφία και δύναμη. Η Κίρκη είναι μια μάγισσα η οποία μένει στο δικό της βασίλειο. Κι οι δύο μορφές πρόκειται για βασίλισσες οι οποίες βοηθούνε τους ταξιδιώτες στον σκοπό τους με διάφορα δώρα τα οποία δίνουνε, είτε μικρότερα είτε μεγαλύτερα, τα οποία μπορεί να είναι από απλή ενδυμασία, όπως χιτώνες, χλαμύδες κτλ. μέχρι την Γκαλάντριελ, όπως ξέρουμε, για παράδειγμα, το Άστρο του Εαρέντιλ, το φιαλίδιο που έδωσε στον Φρόντο.
Βλέπουμε και στην πλευρά του Οδυσσέα στην Οδύσσεια ότι τόσο η Κίρκη, όσο κι η Καλυψώ, συμβουλεύουν τον ήρωα. Κυβερνούν και προστατεύουν ένα απομονωμένο, μαγικό βασίλειο, όπως έχουμε την Ωγυγία από τη μία, στην περίπτωση της Καλυψώς, κι από την άλλη το βασίλειο του Λόριεν, στο οποίο δεν μπορεί να μπει κανείς αν δε θέλει η Γκαλάντριελ. Και γενικότερα, ο ρόλος και στις δύο περιπτώσεις της Γκαλάντριελ και της Κίρκης και της Καλυψώς είναι να βοηθήσουν, αν θέλεις, τον ήρωα να συνεχίσει την αποστολή του. Κει που και στις δύο περιπτώσεις βρίσκονται σε μια, αν θέλεις, κακή κατάσταση και θέλουν να συνέλθουν, από τη μία και χάνοντας και τον Γκάνταλφ στη Μόρια, πηγαίνουν στο Λόριεν, όπου βρίσκουν για λίγο καταφύγιο κι ηρεμούνε κι από την άλλη, με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί κι η Κίρκη κι η Καλυψώ.
Ο Μπίλμπο κι ο Οδυσσέας πρακτικά είναι δύο πολύ σημαντικοί χαρακτήρες, είναι δύο πρωταγωνιστές σε δύο βιβλία. Από τη μία έχουμε τον Οδυσσέα, στην Οδύσσεια του Ομήρου, κι από την άλλη έχουμε τον Μπίλμπο, στο Χόμπιτ του Τόλκιν. Πρακτικά, πρόκειται για δύο χαρακτήρες οι οποίοι ξεκινάνε κι οι δύο για μία… για μεγάλο ταξίδι, μάλλον. Ο ένας έχει σκοπό, ο Μπίλμπο, να βοηθήσει τους νάνους, με το με τους οποίους τον έχει μπλέξει ο Γκάνταλφ, να πάρουν πίσω το βασίλειο των νάνων στο Έρεμπορ, να καταφέρουνε να διώξουν, να σκοτώσουν τον κακό δράκο που έχει καταλάβει το βουνό και να πάρουνε πίσω το βασίλειο. Κι από την άλλη έχουμε τον Οδυσσέα, που προσπαθεί να πάει στην Τροία και να βοηθήσει τους Αχαιούς στην κατάληψη της Τροίας.
Το βασικότερό τους όμως, θα έλεγα, κοινό είναι ο νόστος, η αγάπη τους για την πατρίδα, το πόσο τους λείπει κι η μεγάλη τους προσπάθεια κι ο μεγάλος τους αγώνας να επιστρέψουν, μέσα από τις διάφορες δυσκολίες που περνάνε και να καταλήξουν πια στο σπίτι τους. Μάλιστα κι οι δύο, κατά κάποιο τρόπο, χρειάζεται, σε εισαγωγικά, να «καθαρίσουν» και να ανακτήσουν το σπίτι τους. Από τη μία έχουμε τον Οδυσσέα, ο οποίος φονεύει τους μνηστήρες για να πάρει πίσω το βασίλειό του κι από την άλλη έχουμε τον Μπίμλπο, ο οποίος φτάνοντας στο σπίτι του βλέπει να επικρατεί ένα χάος, όπου έχουν αρχίσει και πουλάνε τα υπάρχοντά του, γιατί θεωρούν ότι είναι νεκρός, επειδή λείπει πάρα πολύ καιρό κι αρχίζει να τα διεκδικεί πίσω, τέλος πάντων, και να κερδίσει κι εκείνος πάλι το σπίτι του, να τους πείσει ότι: «Όχι, δεν είμαι νεκρός. Είμαι αυτός που ήμουνα κι απλά, γύρισα τώρα».
Αυτό το οποίο μπορώ να πω σίγουρα είναι ότι υπάρχουν κι άλλοι παραλληλισμοί. Δεν μπορέσαμε να τους καταφέρουμε να τους συμπεριλάβουμε όλους στο βιβλίο. Και γενικότερα, προσωπικά, κάθε ευκαιρία που μου δίνεται να μελετήσω λίγο τον κόσμο του Τόλκιν παραπάνω, να βουτήξω λίγο περισσότερο στο σύμπαν του, είτε είναι λογοτεχνική είτε ακαδημαϊκή είτε οτιδήποτε, την αρπάζω με μεγάλη χαρά και λαχτάρα, γενικότερα. Κι αυτό που μπορώ να πω, αν θέλεις και κλείνοντας, είναι ότι με έχει καθορίσει, γενικότερα, πολύ σαν άνθρωπο και πιστεύω ότι θα συνεχίσει να το κάνει. Προσπαθώ σε μεγάλο βαθμό να ζω και να πράττω με βάση τα καλά πρότυπα, αν θέλεις, τους καλούς χαρακτήρες, να βλέπω, παράλληλα, σε αυτούς που γλιστράνε και γυρνάνε προς την κακή πλευρά, τι μπορώ να αποφεύγω. Και τι να πω, αν καταφέρω να γίνω σαν τον Φάραμιρ, θα ήμουν πολύ περήφανος. Θα ήταν το ιδανικό.