Ουσιαστικά, εγώ τον εαυτό μου τον εαυτό μου τον θυμάμαι πάντοτε ως ένα παιδάκι με πολλά κιλά. Η δική μου ιστορία έχει να κάνει κυρίως με αυτό. Υπάρχουν και φωτογραφίες πολύ πιο μικρή, γύρω στα δύο έτη, που είμαι ένα αδύνατο παιδάκι, αλλά εγώ ουσιαστικά τον εαυτό μου έτσι τον θυμάμαι. Πάντα με παραπανίσια κιλά.
Δεν ήταν απλά ότι πήρα κιλά, είχα και πρόβλημα υγείας και κάπως έτσι έγινε αντιληπτό απ’ τους γονείς μου. Έχω έναν δίδυμο αδερφό, τρώγαμε περίπου τα ίδια πράγματα, εγώ πήρα πάρα πολλά κιλά ξαφνικά κι αυτό προβλημάτισε και τους γονείς μου να αναζητήσουν βοήθεια. Στην αρχή, στην πόλη που ήμασταν κι εν συνεχεία, από εκεί μας παρέπεμψαν ένα πιο μεγάλο νοσοκομείο, στο Παίδων συγκεκριμένα.
Μέναμε σε μία άλλη επαρχιακή πόλη κι ερχόμασταν σχεδόν κάθε εξάμηνο στην Αθήνα, για να με παρακολουθούν οι γιατροί στο Παίδων. Με γράφανε σε γυμναστήρια, έκανα κολυμβητήριο, έκανα ενόργανη, έκανα διατροφή, έκανα πολλά πράγματα προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό. Έχω ταλαιπωρηθεί πολύ από διατροφολόγο σε διατροφολόγο, από γιατρό σε γιατρό, να πολεμάμε συνέχεια με αυτό. Έχανα κάποια κιλά, εμένα στάσιμη, οι γιατροί επέμεναν ότι πρέπει να χάσω κι άλλα, όποτε πήγαινα σε επόμενο διατροφολόγο κι έτσι κυλούσε όλο. Ήταν κάτι που υπήρχε στη ζωή μου συνέχεια.
Περίπου στη Β΄ Γυμνασίου είχα φτάσει σε ένα περίπου φυσιολογικό βάρος για το ύψος μου, με ένα φυσιολογικό BMI, ξαναπήρα κάποια κιλά. Αποφάσισα στη Β΄ Γυμνασίου να ξαναρχίσω διατροφή με την ίδια διατροφολόγο, με την οποία είχα χάσει και τα κιλά τα αρκετά.
Ήταν ένα αρκετά αυστηρό πρόγραμμα, μία αρκετά αυστηρή διατροφολόγος. Πέτυχε, για ένα διάστημα, πέτυχε, έχανα κιλά. Κάποια στιγμή λογικά κόλλησε κι οργανισμός μου. Γιατί ένας ανθρώπινος οργανισμός, όταν μπαίνει σε μία διαδικασία να αλλάξει, δεν του αρέσει αυτό, κάποια στιγμή σταματάει και προσπαθεί κάπως να «προστατευτεί» από την αλλαγή που νιώθει να έρχεται. Εγώ το είχα ζήσει και με όλες τις προηγούμενες διατροφές μου, ήταν κάτι που ήξερα ότι συμβαίνει.
Εκείνη η διατροφολόγος είχε νευριάσει τότε και με αντιμετώπιζε γενικά με νεύρα. Επέμενε ότι εγώ δεν προσπαθώ αρκετά. Εγώ τότε ήμουνα Β΄ Γυμνασίου, πάλευα να δώσω δύο πτυχία ξενόγλωσσα, γερμανικά κι αγγλικά, έκανα πιάνο ακόμη, είχα ένα σχολείο αρκετά δύσκολο, στο οποίο δεν είχα βοήθεια από κάποιο ιδιαίτερο ή κάτι τέτοιο, οπότε το πάλευα όλο μόνη μου, οπότε είχα πάρα πολλά πράγματα μες στη ζωή μου κι η γυμναστική ήταν αρκετά πιο χαμηλά στις προτεραιότητες μου. Πήγαινα γυμναστική, έκανα μπάσκετ, αλλά οι προπονήσεις ήταν αυστηρά Σαββατοκύριακα, δεν ήταν, δηλαδή, σε πιο καθημερινή βάση. Επομένως, αυτή επέμενε, ότι δεν το βάζω προτεραιότητα και για αυτό δε χάνω κιλά ή ότι λέω ψέματα ότι τηρώ το πρόγραμμα και δεν το τηρώ και τρώω.
Θυμάμαι στο τελευταίο μας ραντεβού χαιρετώντας με στην πόρτα έξω, γύρισε και μου είπε ότι: «Ο λόγος που είμαι τόσο καλή μαθήτρια είναι γιατί αλλιώς θα ήμουνα “ένα χοντρό τίποτα”». Η συγκεκριμένη που μου είπε αυτό το σχόλιο, ήτανε, θεωρούνταν από τους τοπ εκείνης της εποχής και μάλιστα, όσον αφορά τα θέματα του παιδιού. Ήτανε τοπ για παιδιά. Εγώ τότε ήμουνα δεκατριών, δεκατεσσάρων ετών. Άκουσα αυτή τη φράση. Δυστυχώς δεν ήμουν σε μία ηλικία για να μπορέσω να απαντήσω, ούτε για να συνειδητοποιήσω πόσο αντίκτυπο θα είχε αυτό σε μένα στη συνέχεια. Και τότε ήταν που σταμάτησα και την προσπάθειά μου με τις διατροφές. Ανακοίνωσα στους γονείς μου, ότι εγώ δε θέλω να ξαναπάω στη συγκεκριμένη διατροφολόγο κι ότι γενικά δε θέλω να το προσπαθήσω άλλο, καθόλου.
Κουράστηκα, δεν αντέχω άλλο, όλο αυτό που γινόταν. Το ζήτησα, το σεβάστηκαν. Ήμουν κι ένα παιδί στην εφηβεία, είχα πάρα πολλά να κάνω, οπότε το δέχτηκαν.
Το μήνυμα που πήρε το εφηβικό μυαλό μου τότε, ήταν ακριβώς αυτό: Ότι εγώ έχω γεννηθεί για να είμαι έξυπνη, για να είμαι καλή στα μαθήματα, για να παίρνω τα πτυχία μου, για να είμαι απουσιολόγος της τάξης, για όλα αυτά κι όχι για να είμαι όμορφη. Οπότε αφιερώθηκα σε αυτό.
Άρχισα να παίρνω πάρα πολλά κιλά με ραγδαίους ρυθμούς, συνέχεια, έπαιρνα περίπου δώδεκα κιλά τον χρόνο. Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι δεν είμαι φτιαγμένη για να είμαι αδύνατη. Δεν ήθελα να βγαίνω φωτογραφίες. Δεν υπάρχει καμία φωτογραφία μου από εκείνο το διάστημα, ολόσωμη. Δεν ένιωθα καλά εγώ με το σώμα μου, προσπαθούσα να το καλύπτω με φαρδιά ρούχα, μακριά ρούχα, δεν ήθελα να χορεύω, δεν έκανα δραστηριότητες τέτοιου τύπου, ενώ μ’ άρεσε πάρα πολύ ο χορός.
Δεν ήθελα να βγαίνω για ψώνια, γιατί στους καθρέφτες των καταστημάτων φαινόμουνα πολύ πιο χοντρή από ότι σπίτι. Ξέρετε το μυαλό έχει μία περίεργη συνήθεια να σε προστατεύει και να μη σε προστατεύει ταυτόχρονα, διότι εγώ στον καθρέφτη του σπιτιού μου έβλεπα την ίδια εικόνα όλα αυτά τα χρόνια, δεν έβλεπα πόσα κιλά είχα πάρει. Ενώ, όταν έπρεπε να έρθω αντιμέτωπη με μία φωτογραφία μου ή με τον καθρέφτη ενός άλλου μαγαζιού έξω, καταλάβαινα κι έβλεπα κάτι, που δε μ’ άρεσε, οπότε η λύση μου ήταν να μην το βλέπω: Να μη βγαίνω φωτογραφίες, να μην κοιτιέμαι στον καθρέφτη, όταν θα βγω για ψώνια, ήταν αυτή η λύση μου.
Είχα, όμως, παρέες, είχα παρέες πολύ υποστηρικτικές, που φρόντιζαν συνεχώς να μου τονίζουνε κι ότι είμαι όμορφη κι ότι αξίζω και με έκαναν να νιώθω καλά. Να επιμένουν ότι η φάτσα μου είναι όμορφη κι εγώ να τους απαντάω, ότι: «Όχι, χάνονται όλα αυτά και κανείς δεν τα βλέπει, γιατί χάνονται στα κιλά μου.» Ή μου λέγαν ας πούμε για τα μάτια μου, ότι είναι εντυπωσιακά κι έλεγα: «Ναι, αλλά χάνονται μέσα στα μάγουλά μου, γιατί έχω τα κιλά». Δηλαδή, έδινα τέτοιες απαντήσεις.
Πριν αρχίσουμε Γ΄ Λυκείου, ζυγίστηκα. Είναι μια χρονιά δύσκολη. Ξέρουνε όλοι κι ακούγεται παντού και το είχα δει κι από φίλους μου και γνωστούς, ότι στη Γ΄ Λυκείου παίρνεις πολλά κιλά. Εγώ έπαιρνα ήδη δέκα κιλά το χρόνο, οπότε λέω αν παίρνουν άλλοι κιλά, εγώ θα πάρω είκοσι, δεν υπάρχει. Οπότε, ανέβηκα στη ζυγαριά κι είδα ένα νούμερο, ενενήντα πέντε. Και λέω: «Παναγία μου. Αν αυτό αυξηθεί κατά δέκα έστω κιλά, τι δέκα, πέντε, θα φτάσει τριψήφιο και δεν γίνεται να φτάσει τριψήφιο, θα είναι χωρίς γυρισμό». Και ζητάω από τη μητέρα μου να ξεκινήσω διατροφολόγο.
Έρχεται η διατροφολόγος μου, η καινούρια. Της λέω και το θυμάμαι ακόμη πάρα πολύ έντονα, είναι ότι: «Ξέρετε, εγώ θέλω να μην πάρω κιλά, δε με ενδιαφέρει να χάσω. Δε θέλω να πάρω άλλα κιλά». Και γυρνάει και μου απαντάει η γυναίκα: «Καλέ, θα χάσεις κιόλας». Και γέλασα, δεν της απάντησα. Δεν πίστευα δηλαδή ότι υπήρχε περίπτωση να χάσω κιλά.
Ξεκινάμε μία διατροφή, με μία φανταστική και πολύ βοηθητική γυναίκα, που προσάρμοσε όλο το διατροφικό πρόγραμμα στο δικό μου τρελό σχολικό πρόγραμμα, που και μου επέτρεπε να τρώω έξω, όταν έπρεπε, γιατί ήταν οι συνθήκες τέτοιες και μου επέτρεπε να έχω και γλυκό στις δύο εβδομάδες, να πιω και τον καφέ μου και να φάω νορμάλ τροφές. Δηλαδή, έτρωγα ψωμί, έτρωγα ρύζι, έτρωγα από όλα. Δεν είχα αυτό το τόσο περιοριστικό ή να τρώω ανά δύο μέρες μανιτάρια πλευρώτους, για να χάσω κιλά. Τα έχω σιχαθεί τα πλευρώτους, δεν μπορώ να φάω ξανά, δε γίνεται. Ήταν κι η μόνη γυναίκα, που της είπα, ότι: «Εγώ δεν μπορώ να κάνω γυμναστική» και μου λέει «Δε θα χρειαστεί. Βοηθάει μεν, ναι, αλλά μπορείς να το καταφέρεις και με τη διατροφή κι αυτή τη στιγμή η προτεραιότητά σου είναι να δώσεις πανελλήνιες, να περάσεις στη σχολή που θες», οπότε μου λέει «Προτεραιότητά σου είναι αυτή κι αυτή πρέπει να είναι. Η διατροφή είναι κάτι που το κάνεις στο πλάι. Ήταν πάντα με το χαμόγελο, πάντα πάρα πολύ εμψυχωτική. Να με στηρίζει στο οτιδήποτε.
Κόλλησε ο οργανισμός μου. Φυσικό κι αναμενόμενο. Μετά τα Χριστούγεννα, όντως κόλλησε. Ωστόσο, ήταν μία γυναίκα, που έβλεπε τη ζυγαριά σταθερή ή ενίοτε έβλεπε να είναι και περίπου ένα κιλό πάνω κι ήταν πάντα με το χαμόγελο και πάντα: «Δεν πειράζει. Θα το παλέψουμε!» και «Το ‘χουμε!»
Τότε άρχισα να χάνω κιλά, λοιπόν, και να βλέπω το σώμα μου να αλλάζει. Και να έχουν αρχίσει να το παρατηρούνε κι οι φίλοι μου κι οι συμμαθητές μου και να μου λένε: «Μπράβο ρε συ! Εμείς όλοι παίρνουμε, εσύ χάνεις». Μου άρεσε πάρα πολύ αυτό που γινόταν. Οπότε, τελείωσα την τρίτη ηλικία γύρω στα εβδομήντα πέντε, πλέον. Είχα χάσει περίπου είκοσι κιλά, εντέλει, μες τη χρονιά.
Η Γ΄ Λυκείου ήταν μία περίεργη χρονιά. Εμφάνισα μία εικόνα τύπου γαστρεντερίτιδας, που εντέλει ήταν ευερέθιστο έντερο και γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, λόγω του άγχους μου. Πήγαμε σε μία γαστρεντερολόγο μου είπε: «Είναι από το άγχος σου, να ξέρεις. Αλλά και να μην είναι από αυτό, θα σου δώσω μια αγωγή τώρα, να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά τα συμπτώματα, να πας να δώσεις Πανελλήνιες, γιατί αυτό προέχει και θα ψάξουμε μετά αν είναι κάτι άλλο». Θυμάμαι τη μητέρα μου, στο δεύτερο ραντεβού, να ρωτάει τη γαστρεντερολόγο: «Γιατρέ φταίνε και τα κιλά σε αυτό; Πρέπει να χάσει και κιλά;» Κι εκεί κάνει ένα ξέσπασμα η γιατρός, του τύπου ότι: «Έχει βαρεθεί για όλα τα πράγματα στην Ελλάδα, για όλες τις ειδικότητες, για οτιδήποτε συμβαίνει στην υγεία ενός παχύσαρκου ανθρώπου, να πρέπει να φταίνε τα κιλά. Γιατί πρέπει να τον κάνουμε να νιώθει ότι αυτή είναι η αρχή όλων των προβλημάτων του κι ότι επειδή έχει αυτό το πρόβλημα, θα έχει άλλα εξακόσια προβλήματα, τα οποία όλα πηγάζουν από αυτό και μόνο από αυτό. Κι ότι η μόνη λύση, για όλα, για όλα, είναι να χάσει κιλά».
Κι ακούγοντας όλο αυτόν τον μονόλογο, ουσιαστικά, της γιατρού, ήταν σαν να πέρασαν από μπροστά μου όλοι, όλοι οι γιατροί, στους οποίους είχα πάει όλη μου τη ζωή. Και με βλέπανε και να λένε «Κρίμα, τόσο όμορφο» και «Κρίμα αυτά τα μάτια.» Λες κι επειδή είχα κιλά αυτά τα μάτια, πήγαιναν χαμένα πάνω μου, λες και δεν τα άξιζα να τα έχω και μετά συνειδητοποιώ κι αυτό: Εγώ θεωρούσα, ότι κρυβόντουσαν κι έλεγα στις φίλες μου ότι «Ναι ωραία, έχω ωραία μάτια, αλλά κανείς δεν τα βλέπει, γιατί είμαι χοντρή». Αυτό, εντέλει, δεν ήταν κάτι που το σκέφτηκα μόνη μου. Αυτό, εντέλει, ήταν κάτι που μου λέγανε, που μου λέγανε για χρόνια, ως παιδάκι, στο δημοτικό ιδίως, οι γιατροί μου, οι ίδιοι μου οι γιατροί και μιλάω για διευθυντές του Παίδων, δε μιλάω για ανθρώπους έξω από αυτό. Πάθαινα συχνά διαστρέμματα.
Πήγαμε στο νοσοκομείο Παίδων και θυμάμαι τον γιατρό να λέει: «Είσαι τόσα κιλά, εγώ θα πρέπει να στο φτιάξω;» Και γενικά, συνειδητοποίησα, ότι όλοι οι γιατροί ήταν λες κι είχαν ένα τεράστιο «κατηγορώ» απέναντί μου. Λες και με κατηγορούσαν, που είμαι παχύσαρκη. Λες κι είχανε νεύρα με αυτό. Αυτό το «κρίμα». Γιατί κρίμα; Δε νομίζω ότι το έκαναν επίτηδες. Νομίζω, ότι ούτε καν συνειδητοποιούσαν πόσο μεγάλο αντίκτυπο είχε ο τρόπος που φερόντουσαν, αυτά που έλεγαν κι ο τρόπος που τα έλεγαν, στο δικό μου μυαλό και στη δική μου ψυχολογία.
Έγινε αυτό στη Γ΄ Λυκείου, άρχισα να συνειδητοποιώ κάποια πράγματα, περνάω ιατρική. Τα πρώτα δύο χρόνια δεν έκανα, δε συνέχισα διατροφή, διότι προσπαθούσα να βρω τα πατήματά μου, ήμουν σε άλλη πόλη, έμενα μόνη μου… Οπότε ναι, πήρα κάποια κιλάκια. Και φτάνω τρίτο έτος, δε θυμάμαι πώς και τι και πώς μου ήρθε, αλλά τελειώνει το καλοκαίρι και λέω: «Εγώ θα ξεκινήσω διατροφή κι αυτή τη φορά, θα φτάσω να έχω ένα φυσιολογικό BMI μέχρι τα γενέθλιά μου».
Το πρώτο διάστημα δεν μπορούσα να βγάλω σχεδόν τέταρτο γυμναστικής. Και φτάνω μέχρι το τέλος περίπου της καραντίνας, που έχω καταφέρει να κάνω δύο-δυόμιση ώρες γυμναστική την ημέρα κι έχω πορωθεί με αυτό και μου αρέσει και το κάνω. Στο διάστημα αυτό της καραντίνας, περίπου Μάρτιο με Μάιο, που εγώ ήθελα να φτάσω και τα κιλά τα ιδανικά, εμένα μου είχαν μείνει γύρω στα πέντε-έξι κιλά. Δε μου είχε μείνει μεγάλη διαφορά, δηλαδή τα είχα πάει καλά όλο το χρόνο, με βάση τον στόχο μου. Και γυρνάω στη σχολή κι είναι όλοι σοκαρισμένοι με την αλλαγή μου. Οπότε, έχω φτάσει το στόχο μου. Είμαι πολύ χαρούμενη με αυτό κι όντως εκεί, δηλαδή, είχα πέσει, νομίζω, μπορεί και δύο και τρία νούμερα στο, στα ρούχα. Δηλαδή, ήταν όντως μεγάλη διαφορά.
Ήταν η πρώτη και μεγαλύτερη κατάκτηση μου. Ήμουν πανευτυχής. Εκείνο το καλοκαίρι, θυμάμαι, ήμουνα πάρα πολύ ευτυχής. αγόραζα και μπορούσα να φορέσω ό,τι ρούχο ήθελα. Έμπαινα σε όλα τα ρούχα, δεν είχα τον περιορισμό του ότι αυτό δε θα μου κάνει. Πειραματιζόμουν και δοκίμαζα διάφορα και πάρα πολλά στυλ και πράγματα, γιατί μέχρι τότε δε μου κάναν, για να τα δοκιμάσω και τώρα μπορούσα να τα δοκιμάσω και μπορούσα και να επιλέξω, ποιο μου αρέσει, ποιο δε μου αρέσει, να φορέσω στενά ρούχα. Δεν το έκανα ποτέ. Να φορέσω πιο κοντά φορέματα. Σορτσάκι. Εκείνο το καλοκαίρι ήτανε απίστευτο.
Σταμάτησα με τη διατροφολόγο, μου έδωσε ένα πρόγραμμα συντήρησης, συνέχισα λίγο μόνη μου, κατέβασα κι άλλο τα κιλά μου. Επίσης, είχα και μία τύπου σχέση τότε και θυμάμαι, ότι εκεί που είχα βρει μία πάρα πολύ ωραία ισορροπία στη διατροφή μου, τη γυμναστική μου, τα όλα μου κι είχα όντως φτάσει και τα πενήντα πέντε μου κιλά, ήμουνα πολύ κομπλέ. Θυμάμαι κάποιες φράσεις του τότε αγοριού μου. Ότι: «Δε με θεωρεί αρκετά σέξι» και τα λοιπά, το οποίο στο δικό μου μυαλό μεταφραζόταν, ότι έχει να κάνει με τα κιλά μου πάλι. Οπότε, άρχισα να φτάνω σε ένα άλλο σημείο, του να κάνω πολλές ώρες γυμναστική την ημέρα και να μην τρώω σχεδόν τίποτα.
Μπορεί να έτρωγα ένα γεύμα, το οποίο γεύμα θα ήταν μισό στήθος κοτόπουλο με
σαλάτα καρότο, ξέρω γω και να κοπανιέμαι δύο ώρες στη γυμναστική και να βγαίνω και για περπάτημα με τη φίλη μου και να περπατάμε δεκατέσσερα χιλιόμετρα. Δηλαδή, είχα φτάσει σε ένα τέτοιο σημείο. Μετά, χώρισα και με αυτόν, κάτι για το οποίο είμαι αρκετά περήφανη, γιατί έβαλα τον εαυτό μου πάνω από αυτό κι αποφάσισα, ότι αυτό δε μου αξίζει. Απομακρύνθηκα από αυτόν τον άνθρωπο. Συνέχισα, όμως, αυτή τη συμπεριφορά. Είχα φτάσει σε ένα σημείο η ζυγαριά να δείχνει «σαράντα εννιά» κι εγώ να διαβάζω «ενενήντα τέσσερα» και να προσπαθώ να πέσω κι άλλο στα κιλά μου.
Εγώ όσο είχα τα κιλά, δεν τα έβλεπα. Έβλεπα στον καθρέφτη την ίδια εικόνα, δεν έβλεπα τον όγκο μου να αυξάνεται. Το έβλεπα μόνο σε φωτογραφίες ή ξένους καθρέφτες, που τα απέφευγα. Έγινε το ίδιο κι όταν έχασα κιλά, γιατί εγώ έχανα κιλά, γινόμουν πιο αδύνατη, αλλά στον καθρέφτη δε με έβλεπα πιο αδύνατη. Έβλεπα την προηγούμενη εικόνα μου, άρα δεν ένιωθα αδύνατη.
Το σοκ ήτανε το ότι μου κόπηκε η περίοδος, το ότι όλοι πλέον είχαν αρχίσει να με ρωτάνε αν είμαι καλά, στη Λάρισα τότε, θυμάμαι, σε εκείνη την εξεταστική του Ιουνίου. Οπότε, άρχισα λίγο να προβληματίζομαι: Δεν έχεις περίοδο, η ζυγαριά γράφει «σαράντα εννιά», εσύ βλέπεις «ενενήντα τέσσερα», σου λένε όλοι ότι έχουνε μπει τα μάγουλά σου μέσα, ότι κάτι πάει λάθος. Οπότε, άρχισα λίγο να προβληματίζομαι και να το παίρνω αλλιώς.
Πήγα διακοπές με τις φίλες μου, έτρωγα παραπάνω. Ήταν το πρώτο καλοκαίρι, το οποίο φωτογραφήθηκα ολόσωμα με μαγιό, κάτι που δεν πίστευα ποτέ ότι θα κάνω κι όχι απλά φωτογραφήθηκα, μου άρεσαν κι οι φωτογραφίες που έβλεπα. Ήταν συγκλονιστικό αυτό.
Η ισορροπία είναι πάρα πολύ σημαντική. Σίγουρα φοβάμαι μην πάρω πάλι κιλά. Είναι κάτι που υπάρχει μόνιμα στο μυαλό μου, ό,τι κι αν γίνει, όσα κιλά και να είμαι. Είναι κάτι που υπάρχει πάντοτε και θεωρώ ότι δύσκολα θα φύγει. Εγώ μου αρέσω, ας πούμε, στα πενήντα δύο κιλά. Οι γιατροί μου όλοι πλέον επιμένουν ότι πρέπει να είμαι πενήντα πέντε-πενήντα εφτά κιλά, άρα παραπάνω από αυτά που είμαι. Και παράλληλα κι εμένα με κουράζει το να πρέπει να έχω πάντα το νου μου μην πάρω κιλά, γιατί απλά είναι δύσκολο όντως να διατηρηθώ σε αυτά. Βλέπω, ότι έτσι και λίγο ξεχαστώ, παίρνω κατευθείαν βάρος και μετά δε μου αρέσει το ότι παίρνω βάρος κι αντί να προσπαθήσω να το μειώσω, λειτουργεί λίγο αντίστροφα και κάνω υπερφαγικά, που δε βοηθάνε. Δηλαδή, είναι μια μόνιμη πάλη.
Αν τα βάλω κάτω, ακόμη κι όταν είχα τα παραπάνω κιλά, υπήρχε όντως κόσμος που με θεωρούσε πολύ όμορφη και το συνειδητοποίησα πολύ εκ των υστέρων αυτό. Κι είναι κρίμα, γιατί τότε που το είχα ανάγκη, δεν το πίστευα. Δεν το πίστευα καθόλου.