ΜΕΛΩΔΙΕΣ ΣΤΑ ΚΑΝΤΟΥΝΙΑ
ΜΕΛΩΔΙΕΣ ΣΤΑ ΚΑΝΤΟΥΝΙΑ
Περιγραφή
Αμλέτος, Γραικοί και μπότηδες: ο Γιώργος Ραράκος θυμάται με συγκίνηση τα πρώτα του βήματα στη μουσική, με τη στολή της Παλαιάς Φιλαρμονικής Κέρκυρας.
Ανήκει στη Συλλογή
9 Podcasts
ΤΟ SOUNDTRACK ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
Φίλτρα
Συντελεστές
Έρευνα
- Μαριλίζα Βλαστού
Αφήγηση
- Γιώργος Ραράκος
Συνέντευξη
- Μάγια Φιλιπποπούλου
Δημιουργία Podcast
- Μάγια Φιλιπποπούλου
Σχεδιασμός Ήχου
- Ιάσονας Θεοφάνου
Επεξεργασία Ήχου
- Δημήτρης Παπαδάκης
Κινηματογράφηση
- Katehis Video Art
Η μουσική είναι στην Κέρκυρα, είναι η ζωή μας. Κάθε οικογένεια έχει κι έναν μουσικό. Οι παλιότεροι, παλιότεροι δηλαδή οι πατεράδες μου κι οι παππούδες μου, ξέρανε τις άριες, τραγουδάγανε, ξέρανε όλες τις όπερες έτσι, απ’ έξω. Ο άλλος ήτανε ψαράς κι ήξερε, του ‘λεγες: «Ποια είναι η πιο γνωστή, η πιο φημισμένη άρια από την Τόσκα;» Σου ‘λεγε, ας πούμε.
Θυμάμαι που πιτσιρικάδες όταν πέρναγε η Φιλαρμονική από τους δρόμους της πόλης, εμείς πηγαίναμε από πίσω και κάναμε, και κουνάγαμε τα χέρια μας, παίζαμε, τραγουδάγαμε, ήτανε πάρα πολύ ωραίο! Σαν κάτι ωραίες ταινίες, ας πούμε, του Φελίνι στην Ιταλία, τέτοια. Τέτοιες εικόνες. Κι έτσι στην ηλικία των εφτά, γράφτηκα στη Φιλαρμονική.
Ήταν ένας χώρος μυσταγωγίας, κάτι... ένας καινούριος κόσμος για μένα. Πολλές φορές έφευγα από το σχολείο για να πάω να μελετήσω το όργανο στη Φιλαρμονική. Αυτό είναι στάνταρ, το ήξερε κι ο πατέρας μου εννοώ, με τις απουσίες, αυτό. Μετά από λίγους μήνες κατέληξα στο όργανο που παίζω τα τελευταία σαράντα κάτι χρόνια, που είναι η μεγάλη μου αγάπη, ο έρωτας μου. Είναι η μπάσα τούμπα.
Το Πάσχα στην Κέρκυρα είναι μοναδικό, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Ελλάδα.... λες και το νησί κοιμάται, ας πούμε, όλο τον υπόλοιπο καιρό και λίγες μέρες πριν από τη Μεγάλη Βδομάδα «παπ!» ξέρω ‘γώ, ξυπνάει, βγαίνει από τον λήθαργο, ας πούμε, τον χειμερινό.
Οι πρόβες ξεκινάνε, η πρόβα, να γυαλίσουμε τα όργανα, τις περικεφαλαίες, ξέρω ‘γώ, όλα αυτά.
Την Κυριακή των Βαΐων είναι η μεγάλη περιφορά. Είναι η πρώτη μεγάλη λιτανεία που κάνουμε το Πάσχα. Όλες οι μπάντες του νησιού συμμετέχουν, κι είναι πολλές, είναι γύρω στις είκοσι τον αριθμό. Μια πολύ κουραστική μέρα, γιατί η διαδρομή ήτανε γύρω στις τρεις ώρες, αν θυμάμαι καλά. Γυρνάγαμε όλη την πόλη. Και σιγά σιγά, κι άμα έχει κι ήλιο, ήταν ακόμα πιο κουραστικό.
Θυμάμαι όλη αυτή τη χαρά που είχα κι άγχος, κι άγχος μαζί, αλλά ένιωθα τόσο μεγάλη ευτυχία… έτσι, πέταγα! Που φορούσα τη στολή της Φιλαρμονικής. Κι ήμουνα μαζί με αυτούς που έβλεπα πριν. Ήμουνα ευτυχισμένος.
Παίζουμε τον «Αμλέτο» το Μεγάλο Σαββάτο το πρωί. Εκεί πραγματικά πολλές φορές, ας πούμε, μπορώ να πω ότι δάκρυζα στη γραμμή, χωρίς να σταματάω να παίζω όμως. Ένα συναίσθημα που δεν μπορεί να το καταλάβει κάποιος που δεν έχει παίξει στη Φιλαρμονική, δεν έχει φορέσει τη στολή και δεν έχει βγει τις μέρες του Πάσχα. Ο συνδυασμός της μουσικής, του χριστιανικού κομματιού δεύτερον, και του καιρού… όλη αυτή η ομορφιά που βλέπεις στην Κέρκυρα, όλα αυτά είναι... συνδυάζονται τόσο μεταξύ τους, που πραγματικά σου έρχεται μια χαρμολύπη... Πώς να το πω; Ας πούμε, ναι.
Μετά από αυτό, θα υπάρξει η Ανάσταση. Με την πρώτη Ανάσταση, με το που θα σημάνουν οι καμπάνες από τις εκκλησίες ώρα 11, εμείς ρίχνουμε τους περίφημους «μπότηδες» και σπάνε. Ο μπότης τι είναι; Ο μπότης είναι η στάμνα. Ρίχνοντας τη στάμνα ή κάτι το κεραμικό φεύγει το κακό για όλο τον χρόνο, μέχρι του χρόνου που θα ξανασπάσουμε. Είναι σαν -πώς θα σας το πω- είναι σαν να πέφτουνε μικρές ομοβροντίες. Κεφάλια χιλιάδων ανθρώπων κοιτάζουν προς τα ψηλά που πέφτει κι ο άλλος που τον ρίχνει φωνάζει από πάνω: «Πέφτει!» «Πέφτει!» Δίνει σήμα, προειδοποιεί.
Μετά βγαίνουν οι Φιλαρμονικές και παίζουν πλέον χαρούμενα εμβατήρια. Ένα από αυτά είναι οι «Γραικοί» που λέει: «Μη θλίβεστε άλλο, Γραικοί, μη θλίβεστε άλλο Έλληνες, ήρθε η Ανάστασή σας!» Δεν έχει να κάνει μόνο με το θρησκευτικό, έχει να κάνει και με άλλη σημασία, ότι είναι η ώρα της επανάστασης με τη μητέρα Ελλάδα, να ενωθούμε και να δώσουμε την ευτυχία και τη ζωή ξανά πάλι στα χέρια μας. Ανάσταση. Αναγέννηση, Ανάσταση, χαρά μεγάλη.
Την Κυριακή του Πάσχα το πολύ πρωί, εκεί είναι, πραγματικά σας το λέω, ανατριχιάζω. Εκεί είναι η πιο όμορφή μου στιγμή του Κερκυραϊκού Πάσχα για μένα. Ξυπνώντας το πρωί κατά τις 6 η ώρα, 6 και κάτι. Πολύ λίγος κόσμος, πολύ λιγότερος κόσμος στο δρόμο, η Φιλαρμονική να παίζει πιο χαρούμενες μάρτσιες, να χώνονται μέσα στα στενά, στα καντούνια της Κέρκυρας, ο κόσμος να βγαίνει από τα παράθυρα να τους ξυπνάει, ας πούμε, το εύθυμο έργο της Φιλαρμονικής, να κατεβαίνουνε έτσι τα παιδιά με χαρά να παίζουνε κι όσο να περνάει η ώρα, να μαζεύεται και περισσότερος κόσμος. Με αποκορύφωμα στις 10 πάλι του Αγίου η Αναστάσιμη περιφορά. Κάπως έτσι τελειώνει κι η τελευταία έτσι του πασχαλινού κόσμου, να το πω.
Μόλις τελείωσα το σχολείο έφυγα από την Κέρκυρα. Πραγματικά δεν ήθελα να φύγω απ’ το νησί. Αλλά πάντα το νησί έχει μια τεράστια αντίφαση: σου δίνει τα εναύσματα να ασχοληθείς με τη μουσική, αλλά δεν μπορεί να σε πάρει λίγο παρακάτω, δηλαδή δεν μπορεί να σε κάνει να είσαι επαγγελματίας, δηλαδή να δουλεύεις με αυτό που αγαπάς, ας πούμε. Δεν υπάρχει αυτή η προοπτική.
Πήγα στην Αθήνα, μελετούσα πάρα πολύ, συνέχισα τις σπουδές μου, πάντα πάντα με πολύ-πολύ-πολύ ζήλο και το ένα έφερνε το άλλο... και μπήκα στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, στην οποία είμαι τώρα σχεδόν είκοσι οκτώ-είκοσι εννιά χρόνια. Πρώτη μου φορά όταν είχα παίξει με τη Συμφωνική Ορχήστρα, ένιωσα σαν να πετούσα. Και λέω τώρα τι γίνεται; Με πληρώνουνε για να πετάω;
Κατάφερα να γνωρίσω, να είμαι στη σκηνή μαζί με τεράστια ονόματα, ο Καρρέρας, ο Ντομίνγκο, o Παβαρόττι, η Μπάλτσα, η Φλέμινγκ, Καμπαγιέ… Κάναμε τουρνέ σε όλη τη Βόρεια Αφρική, Μεσόγειο, Γαλλία... πάρα πολλά, πάρα πολλά ταξίδια, πάρα πολλά. Θυμάμαι μία εποχή είχα πάντα έτοιμες δύο βαλίτσες. Τη μία την έπαιρνα, την άλλη την είχα έτοιμη για όταν γυρίσω, να την ξαναπάρω. Αλλά νιώθω τόσο μεγάλη χαρά και τόσο μεγάλη ικανοποίηση, ας πούμε, που έκανα αυτό που μου άρεσε, που αγαπούσα...
Το ταξίδι μου, ας πούμε έτσι, η εξερεύνησή μου στον υπέροχο κόσμο της μουσικής, ξεκίνησε απ’ τη Φιλαρμονική στην Κέρκυρα. Και το λέω με όλο το βάρος: Θέλω κάθε χρόνο το Πάσχα, Άγιέ μου, να βρίσκομαι στην Κέρκυρα.