ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗΣ ΤΡΕΛΑΣ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗΣ ΤΡΕΛΑΣ
Περιγραφή
Ένας νέος αναζητεί εργασία στα χρόνια της κρίσης κι έρχεται αντιμέτωπος με απίστευτες καταστάσεις.
Φίλτρα
Συντελεστές
Έρευνα
- Στάθης Κωνσταντινίδης
Αφήγηση
- Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης
Δημιουργία Podcast
- Σταύρος Βλάχος
Σχεδιασμός Ήχου
- Νικόλας Κωνσταντίνου
Επεξεργασία Ήχου
- Σπύρος Λυμπερόπουλος
Σκηνοθεσία Βίντεο
- Δάφνη Ματζιαράκη
Μουσική
- William Ryan Fritch
Μέσα σε έξι μήνες είχα στείλει σε πολλές εταιρείες πάνω από εκατόν πενήντα e-mail με το βιογραφικό μου, με cover letter, ότι αναζητώ εργασία και θα ήθελα την ευκαιρία να με δείτε από κοντά. Kαι δέχτηκα πέντε τηλέφωνα για interviews.
Ένιωθα ότι κάθε φορά που πήγαινα σε μία συνέντευξη έπρεπε να μπαίνω σε έναν ρόλο, το ότι μπορεί να πείσω ότι κάνω για αυτή τη δουλειά. Παρόλα αυτά, έχω πάει σε συνεντεύξεις που όχι απλά δεν υπάρχει αυτό το πρόσχημα, να το πω κι έτσι, ότι αυτή είναι η δουλειά να σε αξιολογήσω, να δω αν κάνεις, αν δεν κάνεις.
Ήτανε δουλειά σε εταιρεία που στοχεύει στο να πάρεις τα προϊόντα, να πληρώσεις για το εμπόρευμα και να γίνεις, ουσιαστικά, πλασιέ. Και σε αυτήν την εταιρεία πλάκα έχει που στη συνέντευξη εκεί, ο υπεύθυνος, μου διαφήμιζε έτσι και μου παρουσίαζε τα βιολογικά καθαριστικά προϊόντα της εταιρείας. Και για να με κάνει να τα πιστέψω, μου βγάζει μπροστά μου το καθαριστικό και μου λέει:
«Είναι βιολογικό, το πιστεύεις ή όχι;»
Και του λέω: «Ναι, το πιστεύω, είναι πολύ καλό το προϊόν».
Κι ο άνθρωπος αυτός βάζει το δάχτυλο μέσα στο προϊόν, παίρνει μία δαχτυλιά γεμάτη από το βιολογικό προϊόν, το βάζει στο στόμα του, αρχίζει και το πιπιλάει και μου κάνει:
«Μμμ, έχει και μία πολύ ωραία, περίεργη υφή!»
Του κάνω: «Μπορεί να μπει και στο σουβλάκι; Δηλαδή, αντί για τζατζίκι;»
Μου λέει: «Πολύ καλή ιδέα, αλλά όχι. Να σου δείξω κάτι άλλο».
Κι αυτός ο άνθρωπος για να μου προσφέρει δουλειά, μου έδειχνε το τι κάνει το προϊόν κι έπαιρνε ένα νόμισμα σκουριασμένο και μου λέει: «Κοίτα πόσο καλά είναι, τώρα πρέπει εσύ να βγεις να πουλήσεις το προϊόν κι όλοι μαζί να ανέβουμε». Τώρα, με συνθήκες που ουσιαστικά σε βάζουνε μέσα, δεν είναι ότι δουλεύεις.
Άλλες συνεντεύξεις; Είχα πάει σε έναν οργανισμό, σύλλογο χριστιανικό ο οποίος συνεργαζόταν με ομογενείς. Κι ήτανε ένας άνθρωπος ο οποίος ήτανε ο διευθυντής του συλλόγου, ο οποίος από την αρχή της συνέντευξης είχε πάρα πολύ περίεργη συμπεριφορά. Προσπάθησε να με καταλάβει σαν άνθρωπο, κατευθείαν άρχισε να σκάβει μέσα μου και να μου λέει:
«Καπνίζεις;»
Του λέω: «Ναι».
Μου λέει: «Άναψε τσιγάρο».
Του λέω: «Όχι ευχαριστώ, θα προτιμήσω να κρατήσω τη συνέντευξη».
Μου λέει: «Κοίταξε, πρέπει να νιώσεις άνετα εδώ, πρέπει να ανάψεις τσιγάρο».
Του λέω: «Εντάξει, άμα μου έρθει. Το πρωί αποφεύγω, δεν καπνίζω». Απέφυγα να δώσω αυτήν την οικειότητα.
Και ξεκίνησε η συνέντευξη ότι: «Πες μου για τα παιδικά σου χρόνια, πες μου τέτοιο….» «Α, και σου στοίχισε ο πατέρας σου;» «Και τι σχέση έχεις με την εκκλησία;» «Και πηγαίνεις στην εκκλησία;» «Και ποια η άποψη σου για αυτό;» «Τι ζώδιο είσαι;» Και μετά από κάποια φάση άρχισε να μου λέει έντονα ότι:
«Η δουλειά μας απαιτεί επικοινωνιακές δεξιότητες κι εγώ θέλω έναν άνθρωπο να στηρίζομαι, έναν άνθρωπο να έχω πραγματικά κοντά μου».
Και του έλεγα: «Δηλαδή στο πλαίσιο της δουλειάς, σε τι αναφέρεστε συγκεκριμένα;»
«Θα πηγαίνουμε μαζί ταξίδια, θα γνωρίσεις σημαντικούς ανθρώπους, θα με στηρίζεις όταν δεν είμαι καλά».
Δεν ήμουνα απελπισμένος για δουλειά, λέω ΟΚ, δεν το κάνω. Αλλά για κάποιον που ούτε έχει την εμπειρία των συνεντεύξεων της δουλειάς, το τι είναι δουλειά και δεν μπορεί να θέσει κάποια όρια… ένας που δεν μπορούσε να θέσει τότε αυτά τα όρια, νομίζω ότι βρισκόταν σε κίνδυνο.
Άλλη δουλειά που δεν είναι δουλειά και δεν την εκτιμώ καθόλου, είναι μία συνέντευξη που είχα πάει στο Αιγάλεω σε ένα σπίτι που ήταν εκεί μέσα μία κυρία, η οποία κάναμε κάποιες ερωτήσεις ότι: «Α, ξέρεις κι αγγλικά». «Α, φαίνεσαι νέος». «Α, έχεις σπουδάσει κιόλας». «Κοίταξε να δεις, εδώ η δουλειά είναι πηγαίνεις στις καφετέριες, να λες ότι θέλεις να πας εκδρομή με τους συμμαθητές σου, πενταήμερη, οτιδήποτε, και να πουλήσεις αυτά τα ημερολόγια τα οποία πάνε για την προστασία των σπαστικών».
Με το που το άκουσα τρελάθηκα, σηκώθηκα κι έφυγα, αλλά δεν αντέδρασα κάπως ώστε να της δώσω άμεσα εκείνη τη στιγμή να καταλάβει ότι η συμπεριφορά της κι αυτό που επιλέγει να κάνει σαν βιοπορισμό είναι τόσο άσχημο για αυτήν την κοινωνία. Ότι σε παιδιά που έχουν ανάγκη ένα χαρτζιλίκι, θα πάνε να πουλήσουν δέκα ευρώ ένα ημερολόγιο και θα πάρουνε τα πέντε ευρώ και θα της δώσουνε πέντε ευρώ, βάζοντας μπροστά στην ανάγκη και την ευαισθησία μίας ομάδας σαν τα σπαστικά παιδιά.
Μεγαλώσαμε, ψάξαμε δουλειά σε μία πάρα πολύ δύσκολη περίοδο. Δεν ξέρω πώς ήταν οι συνθήκες παλιά και πόσο πολύ δουλεύανε και τι δυσκολίες αντιμετωπίζανε οι άνθρωποι. Μπορεί εμείς να μη ζήσαμε άσχημες συνθήκες Χούντας, ας πούμε, κι εξαθλίωσης, φτώχειας. Αλλά δεν ξέρω, αυτή η έννοια ότι οι νέοι δε δουλεύουνε κι ότι τα έχουνε όλα στο πιάτο τους κι ότι είναι τεμπέληδες κι ότι μένουν στις καφετέριες και στους υπολογιστές, είναι κάτι το οποίο δεν είδα και δε βίωσα ούτε εγώ, ούτε κανείς από τον κύκλο μου κι από τη γενιά μου.