ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Λένε ότι μια εικόνα, είναι χίλιες λέξεις. Τι συμβαίνει όμως όταν τα φαινόμενα
απατούν;
Σε αυτό το podcast, θα ακούσουμε την άγνωστη ιστορία πίσω από μία φωτογραφία, από τους ίδιους τους ανθρώπους που απεικονίζονται σε αυτή. Και θα ανακαλύψουμε ότι πολλές φορές, δε φτάνουν χίλιες λέξεις για να πούμε την ιστορία τους.
Είμαι η Μάγια Φιλιπποπούλου κι ακούτε ένα podcast από το Istorima.
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟ ΑΓΚΝΙΟΥ
Αυτό που ακούμε, είναι ένα βίντεο Επίκαιρων από την επίσκεψη του Αντιπροέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Σπύρο Άγκνιου, στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 1971. Στην
Ελλάδα τότε της δικτατορίας, για τους Συνταγματάρχες αυτή η επίσκεψη ήταν πολύ
σημαντική, για τη νομιμοποίησή τους στο εξωτερικό.
Βλέποντας τα πλάνα των Επικαίρων, ένα πράγμα κάνει εντύπωση: το πόσος κόσμος έχει συγκεντρωθεί για να υποδεχτεί τον Άγκνιου. Μιλάμε για χιλιάδες κόσμο. Χιλιάδες. Από το αεροδρόμιο μέχρι την Αθήνα, οι Αθηναίοι φαίνονται να ζητωκραυγάζουν έξαλλα τον Αμερικανό αντιπρόεδρο, που είναι κι ελληνικής καταγωγής. Και το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό, είναι: Ποιοι είναι όλοι αυτοί, που άφησαν ό,τι έκαναν και πήγαν να υποδεχθούν τον Άγκνιου στο κέντρο της Αθήνας, εκείνο το πρωινό του Οκτωβρίου του ’71;
Την απάντηση θα μας τη δώσει η Βαρβάρα Ρασσιά, που βρισκόταν ανάμεσα στα «πλήθη που επευφήμησαν ενθουσιωδώς», όπως μας λέει κι η φωνή από τα Επίκαιρα, τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.
Μάγια Φιλιπποπούλου: Είδαμε το βίντεο. Τι σου θυμίζει αυτό το βίντεο;
Βαρβάρα Ρασσιά: Πάρα πολλά. Μου θυμίζει το σχολείο, την τρομοκρατία που υπήρχε. Κάτι τρομοκρατημένοι καθηγητές να μας λένε: «Θα μαζευτούμε στον Εθνικό Κήπο, θα χειροκτοτάτε συνεχώς όταν περάσουν τα αυτοκίνητα…»
Μ.Φ.: Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς βρέθηκες εσύ να υποδέχεσαι τον Σπύρο Άγκνιου;
Β.Ρ.: Θυμάμαι ότι ήμουνα στην Δ΄ Γυμνασίου σημερινή Α΄ Λυκείου, δεκαέξι χρονών περίπου, δεκαπέντε-δεκαέξι, στο 1ο Γυμνάσιο Θηλέων στην Πλάκα, και θυμάμαι ότι μας μάζεψαν μια μέρα οι καθηγητές στην έπαρση της σημαίας, μας μίλησαν, ότι: «Έρχεται ένα σπουδαίο πρόσωπο από τις ΗΠΑ και θα πρέπει να το υποδεχτούμε. Και θα μαζευτούμε όλες οι μαθήτριες, θα πάρουμε και παρουσίες, στον Εθνικό Κήπο, για να υποδεχτούμε αυτό το σπουδαίο πρόσωπο. Και θα ‘ρθείτε με ρούχα, με τα ρούχα σας, όχι με ποδιές σχολείου». Τότε φορούσαμε ποδιές. Και μας τόνισαν: «Θα φοράτε ρούχα! Μην την μην τυχόν κι έρθει καμία με ποδιά! Αλίμονό σας!» Έτσι, να μη φαινόμαστε ότι είμαστε μαθητές.
Καταλάβαμε ότι πάλι κάποιο δρώμενο θα ήτανε, χουντικό. Δεν ήταν η πρώτη φορά κάναμε θέατρα, κάναμε θέατρα πολλές φορές για τη Χούντα, κάναμε και στο Καλλιμάρμαρο στάδιο πολλές φορές κάτι φιέστες που γινόντουσαν, μας μάζευαν τους μαθητές, πάλι. Είχαμε μεγαλώσει και μες στη Χούντα, μην ξεχνάς. Φοβόμαστε,
είχαμε μάθει να μην αντιστεκόμαστε πάρα πολύ.
Όταν πήγα σπίτι, είπα ότι: «Πρέπει να πάμε αύριο την τάδε ώρα στον Εθνικό Κήπο μπροστά, να παραταχθούμε, και μας είπαν να φοράμε ρούχα». Οι γονείς μου γέλασαν. Κατάλαβαν ότι γίνεται για αυτόν τον λόγο, για να μη φανούμε ότι είμαστε μαθητές. Ήταν δημοκρατικοί άνθρωποι οι δικοί μου κι είχαμε κι οικογένειές γνωστές που ήτανε πιο αριστερές κι είχανε ταλαιπωρηθεί τα παιδιά τους κι είχαν υποστεί και βασανιστήρια και τα λοιπά. Ξέραμε ανθρώπους που κρυβόντουσαν. Στο σπίτι μιλούσαμε, αλλά ξέραμε ότι δεν πρέπει να μιλάμε έξω.
Φόρεσα ρούχα και πήγα, φυσικά, όπως κι άλλες φίλες μου, όλες, τα περισσότερα παιδιά. Το 1ο Γυμνάσιο είχε παραταχθεί μπροστά στον Εθνικό Κήπο. Υπήρχαν κι άλλα Γυμνάσια κι άλλα σχολεία φαντάζομαι εκεί θα ήτανε, χαμός γινότανε. Φαντάζομαι
σε όλη την διαδρομή θα ήταν τα σχολεία, φαντάζομαι.
Κάνα-δύο κοπελίτσες που είχανε γονείς στην εξορία, τελικά ήτανε με ποδιά. Έγινε χαμός! «Γιατί ήρθες με ποδιά;» Τρομοκρατημένοι οι καθηγητές, γιατί κινδύνευαν ίσως να απολυθούν. Δεν ξέρω τι θα παθαίναν.
Πριν ακόμη περάσει, δηλαδή 5 λεπτά πριν, μας είχανε πιέσει πάρα πολύ να φωνάζουμε, να κάνουμε πρόβα πώς θα φωνάζουμε στον Άγκνιου, μην τυχόν και δεν είμαστε τόσο ενθουσιώδεις! Έπρεπε να είμαστε πολύ ενθουσιώδεις. Κι όταν περνούσε, βέβαια, έγινε το αποκορύφωμα, ήταν οι μεγάλες επευφημίες εκεί. Μας πίεζαν να χειροκροτάμε και να φωνάζουμε και να λέμε «ζήτω» και τέτοια. Κουνάγαμε και σημαιάκια, μας είχαν μοιράσει, ήτανε κάτι το φοβερό, δηλαδή. Πέρασε. Μετά, είπαμε: «Ουφ, πέρασε» και τελείωσε η ιστορία.
Το μόνο που θυμάμαι είναι τα κοριτσάκια, που είχανε πρόβλημα. Αυτό μας είχε λυπήσει όλες τελικά, γιατί την άλλη μέρα είχανε φοβερό πρόβλημα στο σχολείο. Τις
έφεραν να απολογηθούν, «γιατί». Εκείνες έλεγαν ότι: «Δεν έχω άλλα ρούχα, αυτά έχω. Είμαστε φτωχές και δεν έχουμε άλλα ρούχα. Με αυτά κυκλοφορώ όλη μέρα
κι όλη νύχτα, με την ποδιά». Κατάλαβα ότι το κάνανε για αντίσταση, εγώ το κατάλαβα ότι το κάνανε για αντίσταση. Τις θεωρούσαμε πολύ γενναίες, αλλά ταλαιπωρήθηκαν, με αποβολή. Οι γονείς ήταν εξορία κι αυτό δεν το έλεγαν πολύ, αλλά κάποια παιδιά, λίγα, που ίσως μας είχαν εμπιστοσύνη, μας το ‘χανε πει.
Και βέβαια, εκείνο που θυμάμαι είναι ο τρόμος των καθηγητών, μην τυχόν κι εκτεθούν και φανεί ότι δεν είναι ο λαός, αλλά είναι τα παιδιά, ότι τα ‘χουν πάει με το ζόρι. Δεν πιστεύω ότι οι καθηγητές ήτανε χουντικοί. Ήτανε δημοκρατικοί οι περισσότεροι, εκτός από κάνα-δυο που βγάζαν τους λόγους τους, με χαρά μεγάλη. Οι άλλοι ήταν δημοκρατικοί, αλλά ήτανε τρομοκρατημένοι, κυριολεκτικά, έβλεπες τον τρόμο στο βλέμμα τους. Όταν πηγαίναμε παρέλαση, γιατί εγώ έχω παρελάσει και μπροστά στον Παπαδόπουλο, βέβαια, θυμάμαι ότι… πόσο, με πόσο φόβο γινόταν αυτή η παρέλαση, μήπως γίνει κάτι στραβό. Μας έλεγαν ότι: «Πρέπει να έχετε ωραίο ύφος», όταν κάνουμε στροφή κεφαλής, «μην τον κοιτάξετε άγρια! Και να προσέχετε πάρα πολύ μην κάνετε κάνα λάθος». Η γυμνάστρια ότι ήταν σε κατάσταση απελπισίας σε κάθε… γιατί θα παρελαύναμε μπροστά απ’ τον Παπαδόπουλο. Ήταν μια πολύ δύσκολη εποχή.
Βέβαια, τώρα που το σκέφτομαι, σκέφτομαι ότι τα καινούργια παιδιά που δεν ξέρουν τι είχε συμβεί τότε --γιατί δεν ξέρουν τα παιδιά, νομίζουν ότι πάντα μπορούσαν να μιλάνε ελεύθερα, όπως τώρα, μπορούσαν να εκφράζονται άνετα-- αν βλέπουν αυτά τα… και δουν αυτό το πλήθος που χαιρετά τον Άγκνιου κι αυτά, δεν ξέρουν ότι ήταν μαθητές. Νομίζουν ότι είναι πλήθος. Αλλά ήτανε πραγματικά, ήτανε άνθρωποι οι οποίοι είχαν αναγκαστεί να πάνε εκεί να το κάνουν αυτό. Αν προσέξει κανείς, που εγώ το προσέχω, βλέπω ότι είναι πολύ μικρά παιδιά αυτά που χαιρετάνε. Φαντάζομαι θα υπήρχαν και κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι, δημόσιοι λειτουργοί που ήταν αναγκασμένοι να το κάνουν. Όπως οι καθηγητές μας, βέβαια, που ήταν άκρως
τρομοκρατημένοι. Ακόμα θυμάμαι το τρομοκρατημένο τους βλέμμα. Ακόμα θυμάμαι το βλέμμα τους όταν μας ελέγχανε, όταν θέλανε να είναι όλα άψογα.
Μ.Φ.: Τώρα που έχουν περάσει πολλά χρόνια, πώς αισθάνεσαι
βλέποντας αυτό το βίντεο;
Β.Ρ.: Το εγχείρημα αυτό μου φαίνεται γελοίο, όπως όλα τα γελοία που κάναμε εκείνη την εποχή. Η εποχή ήταν τέτοια. Βασικά, γελοίο και τραγικό μαζί είναι, αλλά τι μπορούσες να κάνεις;
ΑΠΟΦΩΝΗΣΗ
Ακούσατε ένα podcast από το Istorima. Ανακάλυψε περισσότερες αληθινές ιστορίες που θα αλλάξουν τον κόσμο σου στο istorima.org κι άκουσε όλα τα podcasts στο Spotify και σε όλες τις πλατφόρμες podcasts. Γιατί μία ιστορία, αλλάζει πολλές.